Έβαλε το κλειδί στην πόρτα και αργά το γύρισε. Ο μεταλλικός ήχος της κλειδαριάς ακούστηκε δυνατός στον έρημο διάδρομο καθώς η πόρτα έτριζε ανοίγοντας. Στα μάτια της φάνηκε το διαμέρισμα που βρισκόταν σε εκείνο τον μελαγχολικό δρόμο της Αθήνας. Τα έπιπλα καλυμμένα με σεντόνια, τα παράθυρα κλειστά. Κρύο έκανε, είχε υγρασία. Έκλεισε την πόρτα πίσω της και άνοιξε το φως. Έριξε μια ματιά θλιμμένη σε όλα τα δωμάτια και στο γραφείο στάθηκε για λίγα λεπτά. Ένας κόμπος ανέβηκε στο λαιμό της καθώς επάνω στη βιβλιοθήκη ένας νεαρός την κοιτούσε χαμογελώντας, μέσα από μια φωτογραφία. Την πήρε στα χέρια και δάκρυα με αναφιλητά έκαναν το κορμί της να τρέμει.
Σαράντα ημέρες είχαν περάσει από τότε που ο νεαρός της φωτογραφίας είχε πεθάνει τόσο ξαφνικά και τόσο άδικα που οργή ανακατεμένη με θλίψη είχε ξυπνήσει στην καρδιά της κοπέλας. Δεν ήταν όμως μόνο ο θάνατος που της προκαλούσε οργή. Κάτι άλλο είχε συμβεί, μια άγνωστη ιστορία που προηγήθηκε του θανάτου και πιθανόν να ήταν η αιτία που τώρα εκείνος βρισκόταν μακριά της για πάντα. Είχε αλλάξει μερικούς μήνες πριν πεθάνει, πριν σκοτωθεί σε εκείνο το φοβερό δυστύχημα που είχε προκαλέσει ανατριχίλα σε ολόκληρη τη χώρα. Μια τρομακτική σύγκρουση του αυτοκινήτου του με ένα σχολικό λεωφορείο είχε ως αποτέλεσμα το θάνατο όλων των παιδιών που αβοήθητα κάηκαν μαζί με τον οδηγό τους, βυθίζοντας στην οδύνη τριάντα οικογένειες. Η Τροχαία είχε αποφανθεί πως για το ατύχημα έφταιγε ο νεαρός λόγω υπερβολικής ταχύτητας. Σκοτώθηκε όμως κι εκείνος με φοβερό τρόπο, καθώς ένα μεγάλο κομμάτι από τις προστατευτικές μπάρες είχε καρφωθεί στο στήθος του, λίγο πριν και το δικό του αυτοκίνητο πιάσει φωτιά. Ο θάνατός του δεν ήταν ακαριαίος, αφού το κοντάρι είχε περάσει ξυστά από την καρδιά, οπότε πέθανε, σύμφωνα με τους ιατροδικαστές, από αιμορραγία σε συνδυασμό με ασφυξία, λίγο πριν η φωτιά ολοκληρώσει το σκηνικό της τραγωδίας. Με αυτό τον αποτρόπαιο τρόπο είχε ολοκληρωθεί ένα εξάμηνο παράξενο, μέσα στο οποίο ο νεαρός είχε γίνει αγνώριστος ακόμα και στα πολύ κοντινά του πρόσωπα, τόσο που μερικοί είχαν σκεφτεί πως ίσως έπασχε από πολλαπλές προσωπικότητες.
Η κοπέλα σκούπισε τα μάτια της που έσταζαν μέχρι το πάτωμα και προσπάθησε να βάλει τις σκέψεις της σε μια σειρά. Ο νεαρός είχε σπουδάσει δημοσιογραφία και, αφού εργάστηκε για τρία χρόνια σε μια τοπική εφημερίδα, δέχτηκε πρόταση για συνεργασία με ένα μεγάλο περιοδικό, την οποία χωρίς δεύτερη σκέψη τη δέχτηκε και μέσα σε μία εβδομάδα μετακόμισε στην Αθήνα, σε ένα ημιυπόγειο δια μέρισμα κοντά στη λεωφόρο Μεσογείων.
Τον πρώτο καιρό πήγαιναν όλα καλά, τα άρθρα του στο περιοδικό ήταν δημοφιλή, πληρωνόταν καλά και πολύ συχνά κατέβαινε στα πάτρια εδάφη του για να δει τους γονείς, τους φίλους του κι εκείνη. Έδειχνε πολύ χαρούμενος τότε, γεμάτος ενέργεια, δημιουργικός, σχεδόν ευτυχισμένος. Ύστερα, όμως, κάτι άλλαξε. Ο νεαρός, λίγο πριν την αλλαγή, της είχε αποκαλύψει πως είχε ξεκινήσει μια δημοσιογραφική έρευνα σχετικά με αιρέσεις και παράξενες λατρείες. Είχε σκοπό να ερευνήσει τους σκοπούς της ύπαρξής τους, τους τρόπους με τους οποίους λειτουργούσαν και, κυρίως, τον τρόπο με τον οποίο χρηματοδοτούνταν.
Προφανώς η έρευνά του τον απασχολούσε πολύ, γιατί σταδιακά σταμάτησε να επισκέπτεται τους φίλους του. Ακόμα και με την ίδια αραίωσε τις επαφές, περιορίζοντάς τις μόνο σε τηλεφωνήματα και συνομιλία μέσα από το διαδίκτυο. Η κοπέλα θυμόταν πως σε μια από τις συνομιλίες τους, της είχε εκμυστηρευτεί πως είχε βρει μια αίρεση, η οποία ήταν ότι πιο παράξενο είχε ποτέ του συναντήσει. Συγκεκριμένα, τα μέλη της λάτρευαν μια Τριάδα με παράξενα ονόματα, η οποία αποτελούνταν από τον υιό Κεμ Άναχ, τον ύψιστο θεό, την μητέρα του την Καρανάθ, της οποίας το όνομα έμοιαζε με μιας αρχαίας φοινικικής θεότητας και τον πατέρα Γκεντν Γκαλλέι, ο οποίος πιθανώς αντιπροσώπευε το χάος ή κάτι παραπλήσιο.
Μία ακόμα πληροφορία που της είχε δώσει, ήταν πως τα μέλη εκείνης της αδελφότητας βρίσκονταν σε πόλεμο μεταξύ τους, καθώς πίστευαν πως κάνοντας κακό ο ένας στον άλλο, ανέβαιναν ιεραρχικά και μάλιστα αποκτούσαν μεγαλύτερο βαθμό όσο μεγαλύτερης κλίμακας ήταν το «κακό» που θα προξενούσαν. Υποτίθεται πως αποκτούσαν δυνάμεις πάνω από τα ανθρώπινα μέτρα, αφού πρώτα αποδέχονταν αυτό που συνήθιζαν να αποκαλούν «κάλεσμα». Το σημάδι της αποδοχής ήταν μια κόκκινη κηλίδα σε κάποιο σημείο του σώματός τους, που έμοιαζε τις περισσότερες φορές με δερματοπάθεια. Η κηλίδα εκείνη πίστευαν πως προκαλείται από έναν παράξενο μικροοργανισμό, εξωγήινης προέλευσης και είχε δική της νοημοσύνη, λειτουργώντας ως ενδιάμεσο μεταξύ του ανθρώπου – ξενιστή και των θεοτήτων, δίνοντας στους ανθρώπους τις δυνάμεις που ισχυρίζονταν πως αποκτούσαν.
Η επιλογή του ανθρώπου που θα γινόταν το κάλεσμα δεν ήταν ξεκαθαρισμένο εάν ήταν τυχαία ή ακολουθούσε κάποιο σχέδιο, πάντως φαινόταν πως όλοι οι άνθρωποι, χωρίς καμία απολύτως διάκριση, θα μπορούσαν να γίνουν ημίθεοι σε βαθμό που να επικοινωνούν με τον ίδιο τον Κεμ Άναχ ή με κάποιον άλλο από τους θεούς.
Στην αρχή, ο νεαρός διακωμωδούσε εκείνες τις αντιλήψεις και μαζί με την κοπέλα τις χλεύαζαν, ωστόσο ήθελε να συναντήσει προσωπικά κάποιον από αυτούς, αφού έως τότε είχε ακούσει μόνο φήμες και τίποτε άλλο, όση έρευνα και αν είχε κάνει. Η επιθυμία του είχε καταλήξει να είναι σχεδόν έμμονη ιδέα. Προσπάθησε να παρεισφρύσει σε κύκλους σατανιστών μήπως μάθει κάτι περισσότερο αλλά στάθηκε άτυχος και παραλίγο μια φορά να βρεθεί σοβαρά μπλεγμένος, οπότε σταμάτησε τις απόπειρες και βάλθηκε να ψάχνει μανιωδώς, κυρίως στο διαδίκτυο για περισσότερες πληροφορίες και σε διάφορους underground χώρους.
Ποτέ δεν αποκάλυψε αν κατάφερε να βρει εκείνο που ήθελε, όμως η κοπέλα θυμόταν μετά από μερικούς μήνες να συναντιέται με το φίλο της και εκείνος να είναι ιδιαίτερα χαρούμενος, λέγοντάς της πως είχε βρει σπουδαίο υλικό, έχοντας διαβάσει κάποιο βιβλίο που κυκλοφορούσε μόνο σε πολύ κλειστούς κύκλους. Το βιβλίο εκείνο υποτίθεται πως έγραφε τα πάντα που αφορούσαν τις σκοτεινές εκείνες θεότητες, τους τρόπους με τους οποίους μπορεί κανείς να επικοινωνήσει μαζί τους και διάφορα άλλα που δεν της αποκάλυψε. Φαινόταν ενθουσιασμένος με το υλικό που είχε βρει, αλλά η κοπέλα παρατήρησε πως οι κινήσεις του είχαν γίνει κάπως νευρικές και επαναλαμβανόμενες. Ας πούμε, συνεχώς έξυνε το στήθος του με μανία και κοίταζε ψηλά, λες και έβλεπε κάτι που η κοπέλα δεν μπορούσε να δει.
Το επόμενο διάστημα που μιλούσαν στο internet, η κοπέλα παρατήρησε πως είχε γίνει πολύ νευρικός και μιλούσε υποτιμητικά για τους ανθρώπους, χρησιμοποιώντας διαρκώς τη λέξη «σκουλήκια» όταν αναφερόταν σε εκείνους, ενώ χαρακτήριζε την ευφυΐα του ανθρώπινου είδους ως εξαιρετικά πρωτόγονη. Αυτό μπορεί να μην ακούγεται περίεργο, όμως για το νεαρό αποτελούσε μια σαφή αλλαγή από το συνηθισμένο και η κοπέλα ανησύχησε, κυρίως όταν την επόμενη φορά που τον είδε, είχε αδυνατίσει πολύ και είχε αλλάξει εμφανισιακά. Συγκεκριμένα είχε γίνει πιο «σκληρός», με περισσότερο αδρά χαρακτηριστικά, ενώ είχε την υποψία πως ακόμα και ο σκελετός του φίλου της είχε μεταβληθεί ελαφρώς. Εκείνη την τελευταία φορά που τον είδε ζωντανό, ήταν λιγότερο ομιλητικός, παρ’ όλα αυτά, όμως, της είχε πει πράγματα που την είχαν τρομάξει, όχι μόνο εξαιτίας του περιεχομένου τους, αλλά και λόγω της εκφοράς του λόγου του φίλου της. Μιλούσε αργά, κουρασμένα, με φωνή μονότονη, μηχανική σχεδόν, σαν να είχε παραιτηθεί, σαν να μην έβρισκε κανένα απολύτως νόημα στη ζωή. Της είχε πει ότι του φαινόταν συναρπαστικό να μπορούσε κι εκείνος να αποκτήσει δυνάμεις εξωανθρώπινες, όπως ακουγόταν ότι είχαν άνθρωποι που κυκλοφορούν ανάμεσά μας χωρίς να το υποψιαζόμαστε. Μπορεί να είναι ο περιπτεράς που αγοράζουμε τσιγάρα, η γριούλα που βλέπουμε τις Κυριακές να πηγαίνει στην Εκκλησία ή ακόμα και ο αλλοδαπός που μας καθαρίζει τα τζάμια στο φανάρι…
Τότε ήταν που της είχε πει πως είχε μάθει ότι οι πιστοί του Κεμ Άναχ μπορούσαν ακόμα και το θάνατο να ξεγελάσουν με διάφορους τρόπους και να ζήσουν για πάντα αλλάζοντας μορφή, παίρνοντας σταδιακά την όψη των θεών που λάτρευαν. Υποτίθεται πως η μεταμόρφωση ήταν το τελικό στάδιο και η ολοκλήρωση της εξέλιξης των δυνάμεών τους. Η κοπέλα ένιωσε ανατριχίλα να κατεβαίνει από τον αυχένα της προς τη σπονδυλική στήλη, όταν ο φίλος της είπε ότι πολλά ατυχήματα και εγκλήματα από εκείνα που διαβάζουμε καθημερινά στις εφημερίδες, δεν οφείλονταν σε καμία τύχη ή σύμπτωση αλλά ήταν αποτέλεσμα της εκδήλωσης των δυνάμεων των πιστών του Κεμ Άναχ, οι οποίοι είχαν επίσης τη δυνατότητα να εκπέμπουν ένα κόκκινο φως από την παλάμη τους! Ο ίδιος, χαμηλώνοντας τη φωνή του, σχεδόν ψιθυριστά της αποκάλυψε ότι μερικές φορές τις νύχτες, μπορούσε να διακρίνει ότι η παλάμη του φωσφόριζε με εκείνο το κόκκινο φως…
Η κοπέλα ταράχτηκε αφάνταστα στην τελευταία τους εκείνη συνάντηση. Πίστευε πως ο φίλος της, προφανώς αρρωστημένα συνεπαρμένος από την αίρεση που μελετούσε και ίσως λόγω της πίεσης που του ασκούσε η αλλαγή περιβάλλοντος, είχε αρχίσει να εκδηλώνει κάποια ψυχιατρική νόσο που του προκαλούσε παραισθήσεις. Προσπάθησε να τον πείσει να συναντήσει κάποιον ειδικό αλλά οι παρακλήσεις της έπεσαν στο κενό και μάλιστα ο φίλος της έδειξε να εκνευρίζεται ελαφρώς που δεν τον πίστευε, αν και όπως της είπε, το κατανοούσε.
Οι υπόλοιπες ημέρες κύλησαν για την κοπέλα μέσα σε αμφιβολία και φόβο για το φίλο της. Στις συνομιλίες τους στο τηλέφωνο, εκείνος ακουγόταν κουρασμένος, η φωνή του είχε βαρύνει πάρα πολύ και είχε αποκτήσει μια διαφορετική χροιά, ενώ και η προφορά του είχε γίνει ελαφρώς ξενική. Τον πίεσε πολύ να πάρει λίγες ημέρες άδεια και να κατέβει στο σπίτι του, όμως εκείνος ήταν ανένδοτος. Της είπε πως ήταν πολύ κοντά στο να γνωρίζει έναν οπαδό εκείνης της θρησκείας, ο οποίος ήταν γνώστης μεγάλων μυστικών και μπορούσε να τον ενημερώσει για πολλά θέματα. Της είπε ακόμα πως οι έρευνές του τον είχαν οδηγήσει σε μερικούς ακόμα πιστούς της Ανίερης Τριάδας, φοβόταν όμως πως τον είχαν ανακαλύψει και πως του έκαναν κάποιου είδους κακό, γιατί έβλεπε φαντάσματα και άκουγε περίεργους ήχους μέσα στο σπίτι.
Η κοπέλα ήταν πλέον σίγουρη ότι ο φίλος της ήταν σοβαρά άρρωστος και δεν ήξερε τι άλλο να έκανε για να τον βοηθήσει. Οι ανησυχίες της ηρέμησαν κάπως, όταν μετά από μερικές ημέρες τον άκουσε στο τηλέφωνο ξανά να της λέει πως όλα πήγαιναν καλά πλέον, ότι είχε ολοκληρώσει τις έρευνές του, πως τα περίεργα φαινόμενα είχαν σταματήσει και πως την επομένη θα κατέβαινε στα μέρη τους για ολιγοήμερες διακοπές. Αυτό, δυστυχώς, ποτέ δεν συνέβη. Στο ταξίδι του, έχασε τον έλεγχο λόγω υπερβολικής ταχύτητας και συνέβη το τρομερό εκείνο δυστύχημα…
Κάτι όμως ένιωθε πως δεν πήγαινε καλά. Ήταν ύποπτος ο θάνατός του και αμέσως είχε πιστέψει πως η αίρεση είχε κάνει κακό στο φίλο της, αν και οι ειδικοί που εξέτασαν το όχημα δεν είχαν βρει καμία απολύτως βλάβη. Οι γονείς του δεν έκαναν την αναγνώριση του απανθρακωμένου πτώματος, αλλά η ταυτότητά του πιστοποιήθηκε με ειδικές ιστολογικές εξετάσεις και έλεγχο DNA. Το σπίτι του δεν το είχαν πειράξει καθόλου, ενώ εκεί βρίσκονταν τα αποτελέσματα της έρευνάς του, τα οποία η οικογένεια ζήτησε να αφεθούν εκεί μέσα, μιας και αγόρασαν το σπίτι για να τους θυμίζει, όπως έλεγαν, το γιό τους. Όλα αυτά δεν της φαίνονταν φυσιολογικά. Σηκώθηκε και έκανε άνω κάτω το σπίτι, έψαξε όλα τα βιβλία και τις σημειώσεις του φίλου της, αναποδογύρισε συρτάρια και βρήκε ένα και μοναδικό χειρόγραφο του φίλου της, το περιεχόμενο του οποίου την έκανε να ανοίξει το στόμα της διάπλατα.
« Απόσπασμα από τη Βίβλο με τους Ύμνους των Νεκρών Θεών.
Ω θάνατε, το ξέρεις πως δεν υπάρχεις; Ω, ένα πέρασμα είσαι στη χώρα των Σκιών, που είναι πιο ζωντανή από τον κόσμο των ανθρώπων.
Ω θάνατε, δεν θα σε αποφύγω, κοντά σου θα ‘ρθω, για να με κάνεις Θεό, όμοιο με τους Θεούς μου.
Θα σε επιθυμήσω για να αλλάξω μορφή και θα σου δώσω για αντάλλαγμα τις ζωές των άλλων. Όσο περισσότερες, τόσο μεγαλύτερο το δώρο μου σε σένα.
Μακρύ το χέρι του Κεμ Άναχ, μεγάλη η δύναμη της Καρανάθ, απέραντος ο νους του Γκεντν Γκαλλέι, θάνατε σε προστάζω στο όνομά τους, έλα, πάρε τις ψυχές που σου προσφέρω, πέταξε από πάνω μου το ρούχο του σώματός μου και δως μου νέα ζωή, κάτω από το βλέμμα του Κεμ Άναχ».
Παρακάτω, με τον στρωτό γραφικό χαρακτήρα του φίλου της, είχε σημειωθεί η ακριβής ημερομηνία και ώρα που ο ίδιος είχε σκοτωθεί. Τώρα η κοπέλα ήξερε. Το αντάλλαγμα, τριάντα παιδικές ψυχές, είχε δοθεί.
Δευτέρα 10 Δεκεμβρίου 2007
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου